·

for one thing (EN)
φράση

φράση “for one thing”

  1. χρησιμοποιείται για να εισαγάγει έναν λόγο ή παράδειγμα ανάμεσα σε διάφορους πιθανούς.
    She decided not to take the job offer. For one thing, the salary was too low.