ουσιαστικό “customer”
ενικός customer, πληθυντικός customers
- πελάτης
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The restaurant's success depended on the satisfaction of its customers, who came for both the food and the friendly service.