·

M&A (EN)
ουσιαστικό

ουσιαστικό “M&A”

ενικός M&A, πληθυντικός M&As ή μη μετρήσιμο
  1. συγχωνεύσεις και εξαγορές
    The company's M&A strategy has led to significant growth.
  2. μάρκετινγκ και διαφήμιση
    She works in M&A, focusing on brand promotion.