επίθετο “British”
βασική μορφή British, μη βαθμ.
- βρετανικός
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
She loves drinking British tea every morning.
ουσιαστικό “British”
British, μόνο πληθυντικός
- Βρετανοί
The British are known for their love of tea and cricket.